Το χώμα δε μοιράζεται δε γίνεται πεσκέσι. 

Κι αν ξένα χέρια το κρατούν, με τον καιρό θ' αδειάσουν,
γιατί είναι οι ρίζες του βαθιά μες στη σπηλιά του χρόνου
κι έχει προζύμι τους νεκρούς, φουσκώνει και στοιχειώνει
 
                                 Πέτρος Σόφας

ΟΙΚΟΣΕΛΙΔΑ      ΟΔΟΣ ΗΡΩΩΝ      ΕΞΩΚΛΗΣΙΑ      ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΟΥ      ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ     ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ     ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ     ΑΡΘΡΑ     ΦΩΤΟ-ΞΥΛΟΤΥΜΒΟΥ     ΦΩΤΟ-ΚΑΤΟΧΗ   

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ   -    ΚοινοτικΟ ΣυμβοΥλιο ΞυλοτΥμβου    -      ΣΥΝΔΕΣΕΙΣ    -   ΧΡΗΣΙΜΑ ΤΗΛΕΦΩΝΑ     -    ΠΡΟΣΘΕΣΤΕ ΣΤΑ ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ

 

Που να είστε Αραγε

 Ποίηση

Πεζός λόγος

Προσευχές

Φωτογραφίες

 

  Οι Αγνοούμενοι μας  στη λογοτεχνία

ΔΕΝ  ΞΕΧΝΩ 

 

.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Γράφει ο αδελφότεκνος του αγνοούμενου

Νομίζω πως βλέπω ακόμα τα δακρυσμένα μάτια της γιαγιάς μου!  Μάτια γεμάτα υπομονή, καρτερία!

Πέρασαν είκοσι οκτώ ολόκληρα χρόνια υπομονής ! Είκοσι οκτώ ολόκληρα χρόνια!  Ποια μάνα θα μπορούσε να αντέξει όλον αυτόν τον καημό;  Είκοσι οκτώ χρόνια , μακριά από το πολυπόθητο παιδί της!  Το σπλάχνο της !

Καμιά μάνα αγνοούμενου δε θα ακούσεις να λέει ότι το παιδί της πέθανε!  Πάντα λέγουν : « Το παιδί μου ζει!» Υπομένει και αναμένει τη στιγμή της σωτηρίας του γυρισμού …… και τα μάτια της βουρκώνουν !!!

Όταν περάσεις τη σιδερένια χιλιομπογιατισμένη καγκελόπορτα της γιαγιάς μου , σου δίνεται η μυρωδιά του βασιλικού που φύτεψε ο γιος της  ,πριν φύγει για τον καταραμένο εκείνο πόλεμο! Από τότε το έχει ιερό χρέος να περιποιείται αυτό το υπέροχο φυτό.!

Ώρες ατέλειωτες κάθεται απέναντι από τον βασιλικό και αναπολεί …. Αναπολεί τα χαμένα παλικάρια που τώρα ίσως να βρίσκονται στο δρόμο του  γυρισμού……! Ένα γυρισμό δύσκολο ! Πρέπει να περάσουν από μονοπάτια δύσκολα, δύσβατα, γεμάτα αγκάθια, τσουκνίδες , ανηφοριές, κακοτοπιές…..!  Στο τέλος θα τα καταφέρουν! Θα νικήσουν! Θα  ντροπιάσουν, θα κατατροπώσουν τον αιώνιον και βάναυσο εχθρό μας!

Τότε από τα καλοσυνάτα μάτια της γιαγιάς μου ,δε θα τρέχουν ρυάκια από δάκρυα θλίψης, αλλά ποτάμια από δάκρυα χαράς!!!

Πολυέλαιε Κύριε! Κάνε να εκπληρωθεί η διακαής επιθυμία της χαροκαμένης γιαγιάς μου , και όλων των μανάδων που’ χουν αγνοούμενα παιδιά !

    Βασίλης Βασιλείου  

αδελφότεκνος του αγνοούμενου Μιχάλη

Γράφει η αδελφή  του αγνοούμενου

Μπορείτε να φανταστείτε ένα όμορφο λουλούδι , μπουμπούκι ακόμα , έτοιμο  να δείξει τις ομορφιές του , όμως ένα χέρι το μαδάει και το κάνει λιώμα;

 Έτσι και στα παιδιά των δεκαοκτώ και είκοσι χρόνων, έτοιμα ν’ ανοίξουν τα φτερά τους να κατακτήσουν τον κόσμο όλο, βρέθηκε μπροστά τους το πιο φοβερό πράγμα στο κόσμο, ο πόλεμος και τους έκοψε τα φτερά.

Ο πόνος της μάνας του αγνοούμενου είναι ασήκωτα βαρύς.  Νομίζω ότι ούτε καλύτερος καλλιτέχνης θα μπορούσε να αποδώσει το πόνο της μάνας αυτής.  Όταν το παιδί σου φεύγει από τη ζωή, ο πόνος είναι μεγάλος, όμως τον απαλύνει το γεγονός ότι τον έθαψες, όπως αρμόζει στη θρησκεία σου. 

Μπορείτε τώρα να νιώσετε τι νιώθει μια μάνα που δεν ξέρει τι μπορεί να έχει απογίνει το παιδί της;  Δεν ξέρει αν θα γυρίσει κοντά της, δεν ξέρει αν σκοτώθηκε και όλες οι πόρτες μένουν κλειστές στα ερωτήματά της. 

Μακάρι να ήμουν ποιητής, για να μπορέσω να υμνήσω τη μάνα του αγνοουμένου.  Εύχομαι ο Θεός να συνεχίσει να της δίνει δύναμη, για να συνεχίσει τη ζωή της και να φανερώσει σύντομα  αυτό που ποθεί. 

Θα ήθελα, μέσω αυτού του αφιερώματος στους αγνοούμενους,  να ευχαριστήσω τον πατέρα Κυριάκο που αφιέρωσε το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου στους αγνοούμενους της Ξυλοτύμβου, κτισμένο  σ’ αυτό το υπέροχο τοπίο, που ξεκουράζει νου και ψυχή ελπίζοντας να γαληνέψει και τις δικές τους ψυχές.

                                                  Η αδελφή  του αγνοούμενου                                                    Μιχαλάκη Μιχαήλ Παναγή                                                     Λένια Βασιλείου

Ο γυρισμός του αγνοούμενου

ΣΚΗΝΗ  Α

ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ   1974

Σκηνικό:  Στο χωλ  ενός μικρού προσφυγικού σπιτιού.  Λίγα απλά έπιπλα.  Κάθονται ο πατέρας , η μητέρα και η αδελφή του αγνοουμένου. Ο πατέρας προσπαθεί να διαβάσει εφημερίδα.  Το μυαλό του πετά μακριά και αποξεχνιέται.  Η μητέρα πλέκει.  Κάθε λίγο σκουπίζει με το μαντήλι τα δάκρυα που δεν την αφήνουν να πλέξει.  Η αδελφή κοιτάζει από το παράθυρο αφηρημένα.

Αδελφή:  Ούτε και σήμερα δεν φάνηκε ο Μιχάλης μας.  Ο αδελφός της φίλης μου της Άννας γύρισε χτες από τις φυλακές της Τουρκίας που ήταν αιχμάλωτος.

Πατέρας:  Τον είδες;  Τον ρώτησες για τον αδελφό σου;

Αδελφή:  Μα και βέβαια !  Μου είπε πως δεν τον είδε.  Δεν ήταν στις ίδιες φυλακές μαζί του.  Μου έδωσε κουράγιο λέγοντάς μου ότι μπορεί να είναι σε άλλες φυλακές και θα γυρίσει την επόμενη φορά που θα’ χουμε ανταλλαγές αιχμαλώτων.

Μητέρα:  Μακάρι, κόρη μου!  Η ψυχή μου  άλλο τίποτε δεν θέλει.  Μακάρι να ζει ο αδελφός σου.  Το απόγευμα πήγα στο ξωκλήσι της Αγίας Μαρίνας και προσευχήθηκα τόσο θερμά για το Μιχάλη μας, που νόμισα πως τον είδα ολοζώντανο μπροστά μου να μου χαμογελά.  Η καρδιά μου μού λέει πως ζει και, όπου να’ ναι, θα γυρίσει.

 

ΣΚΗΝΗ Β

ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 1976.

Σκηνικό:  Στην κουζίνα του προσφυγικού σπιτιού .

Κάθονται στο τραπέζι για φαγητό.  Ένα πιάτο στη θέση του αγνοούμενου που δεν γύρισε ακόμα.

Μητέρα :  Φάε το φαγητό σου Ελένη μου. Αδυνάτισες.

Ελένη :      Δεν μπορώ μητέρα.  Δεν έχω όρεξη.

Μητέρα :  Μα θα αρρωστήσεις.  Δεν με λυπάσαι.  Φτάνει που λιώνω για τον αδελφό σου…..( κλαίει)

( Ο πατέρας σηκώνεται από το τραπέζι χωρίς να φάει)

Πατέρας :  Άδικα περιμένουμε.  Ο Μιχάλης μας δεν θα ξαναγυρίσει!

Μητέρα :  Μα τι λες, Σωτήρη!  Πως μπορείς να το λες αυτό;   Πού είναι η πίστη σου;  Γιατί χάνεις το κουράγιο σου;

Πατέρας :  Μα δεν καταλαβαίνεις; Η Τουρκία ισχυρίζεται πως δεν έχει άλλους αιχμαλώτους.  Εδώ και τόσους μήνες δεν είχαμε ανταλλαγές.  Δεν είχαμε ένα μήνυμα.  Τι σημαίνουν όλα αυτά;  Πες μου !

Μητέρα :  Δεν ξέρω τι σημαίνουν όλα αυτά.  Ξέρω μόνο πως ο Μιχάλης μου είναι ζωντανός.  Το ξέρω! Αυτό δεν μπορείς να το καταλάβεις εσύ.  Αν ο Μιχάλης μου ήταν νεκρός, εγώ δεν θα ζούσα αυτή τη στιγμή.  Εσύ τι λες, Ελένη μου ;

Ελένη  :  (κλαίγοντας) Δεν ξέρω τίποτα, τίποτα.  Θέλω μόνο τον αδελφό μου. 

(κτυπά η πόρτα)

Μητέρα : Άνοιξε Ελένη μου.

( Η Ελένη ανοίγει την πόρτα)

(Μπαίνει μέσα ένας κουρελιάρης άντρας με γένια. Φαίνεται πως έχει μέρες να φάει).

Ελένη : Είναι ένας ζητιάνος, μητέρα.

Μητέρα : Φερ’τον μέσα , κόρη μου.

(Ο ξένος μπαίνει στο χωλ)

(Η μητέρα τον κοιτάζει για μια στιγμή.  Η καρδιά της πάει να σπάσει.)

Ο Μιχα………..( χάνει τις αισθήσεις της)

ΚΛΕΙΝΕΙ Η ΑΥΛΑΙΑ

 

ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ

 
Σκηνικό : Το βράδυ της ίδιας μέρας στο χωλ του ίδιου προσφυγικού σπιτιού , ο πατέρας , η μητέρα , η Ελένη και ο Μιχάλης.
 
Μιχάλης : Λυπούμαι, μητέρα που σου προκάλεσα τόσο πόνο. Σχεδόν δεν σε αναγνώρισα.  Γέρασες μέσα σε δυο χρόνια.
Μητέρα : Δόξα σοι ο Θεός, γιε μου, που γύρισες! Δεν με νοιάζει τώρα κι αν πεθάνω αυτή τη στιγμή. Η καρδιά μου, δυο χρόνια τώρα ,ήταν φαρμακωμένη, νεκρή. Τώρα ζωντάνεψε. 

Ελένη :  Έλα Μιχάλη μου, πέσ’ μας! Τι έγινε, που ήσουν, τι σου έκαναν οι Τούρκοι;

Μιχάλης : Τι να σου πω Ελένη μου! ΄Ότι και να σου πω δεν θα μπορέσεις να καταλάβεις.  Έγιναν τόσα πράγματα……

Ελένη:  Έλα, πες μου !

Μιχάλης :  Μόλις έγινε η Τουρκική εισβολή, εγώ ήμουν στο στρατόπεδό μου στο Τρίκωμο. Ο διοικητής μας είπε να μπούμε αμέσως στα στρατιωτικά αυτοκίνητα .  Μας πήραν στον Πενταδάκτυλο .  Στον Άγιο Ιλαρίωνα . Εκεί μας περίμεναν οι Τούρκοι. Μας έβαλλαν  από την  θάλασσα με πυραύλους, από τον αέρα με βόμβες, από την ξηρά με όλμους.  Πολεμήσαμε .  Οι σύντροφοί μου  σκοτώνονταν ο ένας μετά τον άλλο.  Ο διοικητής διέταξε υποχώρηση.  Νόμιζα πως από στιγμή σε στιγμή θα με κτυπούσε όλμος.  Παντού έβλεπες πληγωμένους  που ούρλιαζαν από τους  πόνους , νεκρούς. Άλλοι έτρεχαν σαν χαμένοι να σωθούν.  Εγώ έμεινα κάτω από ένα βράχο .Είπα: «ας γίνει το θέλημα του Θεού.»  Προσευχόμουν συνέχεια.  Μόνο ο Θεός μπορούσε να με σώσει.  Ούτε ξέρω πόσες ώρες έμεινα εκεί. Αποκοιμήθηκα όταν ήρθε το βράδυ.

Το πρωί άκουσα φωνές από πάνω μου. Ήταν Τούρκοι στρατιώτες.  Τότε κατάλαβα πως ήρθε το τέλος μου. Αυτοί, όταν με είδαν, άρχισαν να με κτυπούν τόσο ανελέητα, που ευχόμουν να είχα πεθάνει στην μάχη.

Με φόρτωσαν σε ένα αυτοκίνητο, αφού μου έδεσαν τα μάτια με ένα κουρέλι.  Με μετέφεραν σε μια φυλακή στα βουνά του Πενταδάκτυλου . Μου έδωσαν νερό να πιω και ένα ξεροκόμματο  ψωμί.  Έμεινα τρία μερόνυχτα εκεί .  Έφεραν και μερικούς άλλους Ελληνοκύπριους στην ίδια κατάσταση με εμένα.

Μετά ήλθε ένα καράβι και μας έβαλαν μέσα .  Ο φόβος , η αγωνία, η εξαθλίωση ήταν οι μόνοι μας σύντροφοι . Μας μετέφεραν στις φυλακές της Άγκυρας.  Νέα βάσανα. Συνθήκες άθλιες που δεν θέλω να σας τις περιγράψω.  Αποφάσισα να δραπετεύσω.  Είπα «Καλύτερα νεκρός, παρά ζωντανός σ’ αυτές τις φυλακές.»  Ήξερα πως οι πιθανότητες να τα καταφέρω ήταν μηδαμινές.  Όμως το τόλμησα. Το τι τράβηξα μέχρι να’ ρθω στις ελεύθερες περιοχές ένας Θεός το ξέρει.  Ίσως κάποια άλλη φορά να σας τα διηγηθώ.

Μητέρα : Καημένο μου παιδί ! Ας τα ξεχάσουμε όλα όμως τώρα. Ας  πάμε στο ξωκλήσι της Αγίας Μαρίνας να ευχαριστήσουμε τον Πανάγαθο Θεό που είσαι και πάλι μαζί μας.             

ΚΛΕΙΝΕΙ Η ΑΥΛΑΙΑ

         

-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

  Contact with us

Αυτή η σελίδα είναι αφιερωμένη σ όλους εμάς που με τόση ευκολία ξεπουλάμε τη πατρίδα μας  Πάμπος Τσόκκος

ΟΙΚΟΣΕΛΙΔΑ      ΟΔΟΣ ΗΡΩΩΝ      ΕΞΩΚΛΗΣΙΑ      ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΟΥ      ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ     ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ     ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ     ΑΡΘΡΑ     ΦΩΤΟ-ΞΥΛΟΤΥΜΒΟΥ     ΦΩΤΟ-ΚΑΤΟΧΗ   

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ   -    ΚοινοτικΟ ΣυμβοΥλιο ΞυλοτΥμβου    -      ΣΥΝΔΕΣΕΙΣ    -   ΧΡΗΣΙΜΑ ΤΗΛΕΦΩΝΑ     -    ΠΡΟΣΘΕΣΤΕ ΣΤΑ ΑΓΑΠΗΜΕΝΑ

 
Σχεδιασμός Ανάπτυξη Ιστοσελίδας: xylotymbou.org

Τελευταία  ενημέρωση: Σάββατο 20 Απριλίου 2013

To the top